Ο Λευτέρης Βογιατζής παρουσίασε και στη Θεσσαλονίκη, τη περασμένη εβδομάδα, τον πολυσυζητημένο Αμφιτρύωνα. Μολιέρος που ασχολείται με τον ελληνικό μύθο και το ελληνικό δαιμόνιο, κάτω από την “ομπρέλα” του Εθνικού Θεάτρου.
Βρέθηκα και εγώ ανάμεσα στο πολυπληθές κοινό που κατέκλυσε το θέατρο Δάσους, τη περασμένη Δευτέρα.
Μια παράσταση που ήρθε με τα καλύτερα σχόλια από την περιοδεία που είναι σε εξέλιξη. Έχει χυθεί πολύ μελάνι για αυτή τη δουλειά. Και όχι άδικα. Οι απόψεις δυίστανται. Αυτό που μπορώ να δηλώσω είναι ότι ο Λευτέρης Βογιατζής έκανε το καλύτερο δυνατό για να αναδείξει το μολιερικό αυτό κείμενο. Δεν μιλάμε για αριστουργηματική παράσταση που θα μείνει στην ιστορία του θεάτρου για το τρόπο που ανέβηκε.
Σίγουρα όμως, ήταν ένα ανάλαφρο δίωρο που σκηνοθετικά ο Λ.Βογιατζής το χειρίστηκε άψογα, δίνοντας χώρο στους ηθοποιούς του να πάρουν επάνω τους το έργο, τους ρόλους τους και να δώσουν ένα προσωπικό τους στίγμα παρέα με εκείνο του σκηνοθέτη. Και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο….
Προκειμένου να χαρεί τον έρωτά του με την Αλκμήνη (Αμαλία Μουτούση) , ο Δίας (Νίκος Κουρής) παίρνει τη μορφή του άντρα της, του Αμφιτρύωνα (Γιώργος Γαλλός), που λείπει στη μάχη. Με τη βοήθεια του Ερμή (Χρήστος Λούλης), που μεταμορφώνεται με τη σειρά του σε Σωσία (Δημήτρης Ήμελλος), υπηρέτη του Αμφιτρύωνα, το σχέδιο του βασιλιά των θεών στέφεται με επιτυχία. Όμως αυτή η διπλή μεταμόρφωση γεννά μια σειρά από τρομακτικές παρεξηγήσεις όταν ο Αμφιτρύωνας επιστρέφει από τον πόλεμο. Οι ανεξήγητες αυτές καταστάσεις βρίσκουν τη λύση τους μετά από τη θεϊκή παρέμβαση, που προσφέρει στον Αμφιτρύωνα μια πειστική εξήγηση και μια αναγκαία και –ίσως- ευτυχή λύση.
Κωμικότητα, μεταμορφώσεις, παρεξηγήσεις είναι τα κύρια χαρακτηριστικά ενός- σαν παιχνίδι- έργου που έστησε ο σκηνοθέτης.
Τα σημεία όπου ηθοποιοί του θιάσου, κάνουν διάφορους αστείους θορύβους ή επαναλαμβάνουν λέξεις και συλλαβές, σα σκηνοθετική άποψη δεν τη κατάλαβα….
Από εκεί και πέρα, ο Χρήστος Λούλης υπήρξε-για μία ακόμα φορά-εξαιρετικός στο ρόλο του. Ο Νίκος Κουρής πάντα είναι ορθός και αληθινός σε ότι του ζητηθεί να ερμηνεύσει και αυτό είναι σπουδαίο προσόν. Κλέβει παράσταση, σαφώς και μακράν, ο Δημήτρης ΄Ημελλος. Είναι αβανταδόρικος ο ρόλος, αλλά δεν παύει και εκείνος να είναι ένα σπουδαίο “πολυεργαλείο” του ελληνικού θεάτρου.
Η Αμαλία Μουτούση δεν ανήκει στις προσωπικές μου αδυναμίες. Οφείλω όμως να αναφέρω πως υπήρξε πειστική, αν και με κάποιες αμήχανες στιγμές της κινησιολογικά, ως Αλκμήνη.
Ο Γιώργος Γαλλός είναι το αύριο του ελληνικού μας θεάτρου και όποιος δεν το βλέπει, έχει θέμα….όρασης.
Ενώ, η Εύη Σαουλίδου πάντα καλή-ποτέ απογειωτική.
Η Στεφανία Γουλιώτη, στον άχαρο ρόλο της, έδωσε ψυχή που φαινόταν.
Τα εύσημα ανήκουν σε Κωνσταντίνο Ασπιώτη, που χρόνια στο ΕΘΝΙΚΟ έχει καλή παρουσία, όπως και ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος. Καλή η παρουσία στο σύνολο από Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη, Ανδρέα Κωνσταντίνου, Χάρη Φραγκούλη και Νικόλα Χανακούλα.

Ο άνεμος που ήταν βασικό χαρακτηριστικό εκείνης της βραδιάς στο θέατρο, τροποποίησε σε κάποια σημεία τη παράσταση. Η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού αρμονική με το πνεύμα της παράστασης. Σκηνικό της Εύας Μανιδάκη υποδειγματικό για ότι οραματίστηκε ο σκηνοθέτης. Σωστά τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη. Και γλυκιά η μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη, βοήθησε στην απερίσπαστη και αμέριμνη παρακολούθηση των δρώμενων που σκαρφίστηκε ο Μολιέρος. Τα φώτα του Λευτέρη Παυλόπουλου δόθηκαν σωστά.
Ο Λευτέρης Βογιατζής παρών στη παράσταση, δέχθηκε το μεγάλης διάρκειας χειροκρότημα του κοινού, στο φινάλε, όταν η Στεφανία Γουλιώτη, έτρεξε στα καθίσματα και τον παρακίνησε να ανέβει και εκείνος στη σκηνή.
Ο Λευτέρης Βογιατζής είναι ο ορισμός του θεατρανθρώπου…και πάντα κάθε του “ματιά” σε κάποιο θεατρικό κείμενο, έχει ενδιαφέρον για το θεατρόφιλο κοινό που διψά να τον παρακολουθεί και τον ακολουθεί φανατικά….