Αληθινός. Δε μασάει τα λόγια του. Χρόνια στο θεατρικό κουρμπέτι, ξέρει τα πράγματα πολύ καλά. Και τα λέει. Πάντα σε επιτυχίες μέσα. Έτσι και φέτος. Στη θεατρική “Γιαγιά” που οι Θεσσαλονικείς έχρισαν χειμερινή επιτυχία (παίζεται έως Kυριακή στο “Αριστοτέλειον”) και έτσι συνεχίζει παρέα με το Θανάση Τσαλταμπάση, Δευτερότριτα, στο θέατρο “Διάνα” της Αθήνας, για όλη τη σεζόν. Συνομιλήσαμε για πολλά στο MySalonika.
συνέντευξη στο Γιώργο Παπανικολάου
Πώς προέκυψε η ιδέα για τη θεατρική συνύπαρξη με το Θανάση Τσαλταμπάση, σε σκηνοθεσία Βλαδίμηρου Κυριακίδη, στη “Γιαγιά”;
Ο Βλαδίμηρος το συντόνισε το καλοκαίρι. Μου πρότεινε το θεατρικό του Ντίνου Σπυρόπουλου που το έγραψε, μου είπε την ιδέα και μου άρεσε πολύ. Εγώ, μόλις πριν ένα μήνα είχα δει το Θανάση, στο “Μήλο”-δεν τον είχα ξαναδεί στο θέατρο- και μου άρεσε πολύ. Μίλησα και με το παραγωγό στη Θεσσαλονίκη. Και έτσι ξεκίνησαμε. Εμπιστεύθηκα ανθρώπους-όχι ρόλους και προχωρήσαμε.
Και μετά τη Θεσσαλονίκη, έως τη Κυριακή στο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ, ξεκινήσατε Αθήνα, Δευτερότριτα στο ΔΙΑΝΑ. Να προσφέρεις γέλιο, στη καρδιά μεγάλων αστικών κέντρων με πολλά προβλήματα, σε χαλεπούς καιρούς, δεν είναι δύσκολο; Δεν ανεβαίνει πολύ ο πήχης;
Αυτή είναι η δουλειά μου. Η δουλειά των καλλιτεχνών. Να δίνουμε χαρά και να εμψυχώνουμε το κόσμο. Άμα έκανα δράμα, θα ήταν κάτι πιο ασφαλές;!…Δε ξέρω…όλο αυτό με τους πήχεις, δεν το καταλαβαίνω..Το θέμα είναι να συνεργάζεσαι με ανθρώπους που εκτιμάς.
Θεωρείς ότι ο θεατρόφιλος, στις μέρες μας, προσεγγίζει εύκολα το κέντρο της Αθήνας, για να παρακολουθήσει μία παράσταση;
Παραδοσιακά, το θέατρο είναι μία έξοδος που έχει ταυτιστεί με το κέντρο της πόλης. Εγώ είμαι υπέρ της θεατρικής αποκέντρωσης. Έχω κάνει πολλές παραστάσεις εκτός Αθηνών. Αλλά το θέατρο, στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι διασκέδαση στο κέντρο της πόλης, καθότι το συνδυάζει κάποιος. Πάει στο θέατρο, μετά για ποτό ή φαγητό. Δηλαδή, το θέατρο είναι ψυχαγωγία που φέρει πολλαπλή ανάπτυξη σε σειρά άλλων επιχειρήσεων. Γι αυτό τα θέατρα δημιουργούν ζωντάνια στο κέντρο, πολλαπλώς. Δουλεύουν καφετέριες, τα μέσα πάνε και έρχονται…. ερημώνει το κέντρο αν δεν υπάρχουν. Πάρε παράδειγμα, στον άξονα Μουσείο-Αμπελόκηποι στην λεωφόρο Αλεξάνδρας, κλείσανε πέντε καλοκαιρινά θέατρα. Κι ερήμωσε η περιοχή, βράδυ.
Ανήκεις στους ηθοποιούς που έχουν παίξει σε πολλά ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. και δικές σου παραστάσεις που δραστηριοποιηθήκαν στην επαρχία….
Ναι, όταν βλέπω ότι ο θεατρικός χάρτης στην Αθήνα είναι κορεσμένος, σηκώνομαι και φεύγω. Με ενδιαφέρει η δουλειά μου να επικοινωνεί με το κόσμο. Και αυτό συμβαίνει πιο εύκολα στην επαρχία.
Τί έκανε το θεατρικό ΤΑΒΛΙ τόσο μεγάλη επιτυχία και κράτησε τόσα χρόνια;
Καταρχάς, εμείς το κρατήσαμε. Από την άλλη, ήταν μια πρόταση που επανέφερε, απενοχοποιημένα, τη γραμμική αφήγηση σε μια εποχή, που όλες οι καινούργιες ομάδες θέλουν να εντυπωσιάσουν με λογής λογής πειραματισμούς και ως επί το πλείστον αποτυγχάνουν, λόγω της ημιμάθειας των σκηνοθετών τους. Εμείς το κάναμε με πολύ βαθιά γνώση, με το Κωνσταντίνο Κάππα, που το ανεβάσαμε μαζί. Μελετήσαμε την εποχή, ανασκαλεύoντας τις αναμνήσεις των πατεράδων μας, των παλιών γειτονιών που μεγαλώσαμε για να ανασυνθέσουμε τη μνήμη της εποχής των ηρώων. Και αυτό θύμισε μία εποχή στο κόσμο που έχει ανάγκη να βλέπει. Δεν είναι τυχαίο στις μέρες μας, που παραστάσεις όπως ο Αττίκ, ή ακόμα και το διαφημιστικό που έκανα, σημείωσαν τεράστια επιτυχία. Ο κόσμος έχει ανάγκη να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του. Και να ξαναβρεί αυτή την αφέλεια και την τιμιότητα στις σχέσεις και τη καθαρότητα που υπήρχε στους ανθρώπους. Και βέβαια, ο κόσμος έφευγε από τη παράσταση με κέφι.
Σπουδαίο να φεύγεις κεφάτος από θεατρική παράσταση….
Ελάχιστες είναι οι παραστάσεις και το λέω με πλήρη γνώση-αυτή τη στιγμή -του θεατρικού χάρτη, που να φεύγεις από το θέατρο ανάλαφρος. Πας και βλέπεις τα προβλήματα 3-4 ατόμων που παίζουνε….ή μια σαχλοκωμωδία που έχεις ξεχάσει όταν βγεις από τη θεατρική αίθουσα.
Στη τηλεόραση, έχεις κάνει πολύ ωραία πράγματα, με σήμα κατατεθέν, τη τελευταία πραγωγή “Το Νησί”. Πιστεύεις ότι σε λίγα χρόνια θα ξαναυπάρξει καλή ελληνική μυθοπλασία κι ας είναι η μισή παραγωγή, από αυτή την υπερπαραγωγή που λεγόταν “Το Νησί”;
Δεν ξέρω. Δεν είμαι σε θέση να κάνω καμία πρόβλεψη, σε κανένα τομέα, γιατί αυτή τη στιγμή είμαστε όλοι έρμαια των συγκυριών και της πολιτικής ανικανότητας της διοίκησης. Δε βλέπω φως σε κανέναν επιχειρηματικό τομέα. Δε βλέπω ελπίδες να αναγεννηθεί κανένας επιχειρηματικός τομέας…πώς να το πω για την τηλεόραση;! Αυτή τη στιγμή, το κράτος αντιμετωπίζει τη Τέχνη ως βάρος. Αλλά το πρόβλημα υπάρχει και στο κινηματογράφο.
Εκεί είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα…
Διάβαζα τις κριτικές από το τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου και λέγανε πάλι τα ίδια, που λέγανε το 1985. Ότι πάσχουμε από εσωστρέφεια, ψυχαναλυτικά σύνδρομα, φλυαρίες, περιαυτολογίες, αέναες αναζητήσεις και ένας ήρωας που περπατάει συνέχεια…και ξανά γυρίσαμε στο μηδέν. Παρόλα αυτά…θέλω να είμαι αισιόδοξος.
Γιατί πήξαμε και στα τούρκικα….
Τα τούρκικα είναι το φτηνό εμπόρευμα. Όπως είναι τα κινέζικα στα ρούχα….αντίστοιχα εδώ η Τουρκία έχει παραγωγή. Δε φταίει η Τουρκία που δεν παράγεις εσύ. Η Τουρκία κάνει τη δουλειά της.
Η Τέχνη αποτελεί καταφύγιο ή αυτό τελικά δεν αρκεί από μόνο του για τον Έλληνα;
Η Τέχνη αποτελεί καταφύγιο, για όποιον θέλει να καταφύγει σε αυτήν. Για μένα, είναι μεγάλο καταφύγιο για τη ζωή. Η Τέχνη είναι αυτή που κάνει τη ζωή υποφερτή. Γιατί μόνο αυτή σε εμψυχώνει. Μόνο αυτή σου δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι αναγκαστικά άσχημα, αναγκαστικά δραματικά. Άλλα είναι ανάλογα τί θέλεις να πάρεις κι εσύ από εκείνη. Και θέτει τα μεγάλα φιλοσοφικά ερωτήματα. Λυπάμαι τους ανθρώπους που δεν έχουν γνωρίσει ή δεν έχουν βάλει στη ζωή τους, τη Τέχνη. Έχω γνωρίσει κάποιους τέτοιους…Υπάρχουν κι αυτοί. Στέκονται με ζήλια απέναντι στους καλλιτέχνες, οι οποίοι επιμένουν να έχουν τη δική τους προσωπική ελευθερία, μέσα σε έναν υπόδουλο κόσμο. Οι καλλιτέχνες είναι οι μικροί βασιλιάδες του προσωπικού τους βασιλείου κι αυτό πολύς κόσμος δεν το ανέχεται, γιατί του θυμίζει πόσο υποταγμένος είναι. Σε αυτό το τόπο ζηλεύουμε αυτόν που διακρίνεται. Θέλουμε να τον κατεβάσουμε κάτω, να τον γκρεμίσουμε. Δεν θέλουμε να του μοιάσουμε. Σιχαινόμαστε τα πρότυπά μας κι αυτούς που μας θυμίζουν ότι εμείς δεν τολμάμε.
Σε “τσατίζει” που μέσα από μια διαφήμιση σε πρωτογνώρισε ο πολύς κόσμος, αν και πολλά τα θεατρικά σου γόνιμα χρόνια στο χώρο;
Καθόλου δεν με τσατίζει. Η διαφήμιση που έκανα ήταν εξαιρετική και με έκανε πασίγνωστο και στους ανθρώπους που δεν με γνώριζαν. Εγώ, ας πούμε δε κάνω συχνά παραστάσεις στην Αθήνα. Το θεατρόφιλο κοινό της Αθήνας με ξέρει ελάχιστα. Τα πιο πολλά που έχω κάνει είναι σε περιοδείες, σε παραστάσεις που έχουν κάνει μικρό κύκλο ζωής, στην επαρχία κ.λ.π. Η διαφήμιση ως μια αστραπιαία αναγνωρισιμότητα, υπενθύμισε και τις προηγούμενες δουλειές μου. Η διαφήμιση τους ξαναθύμισε όλο μου το βιογραφικό. Κάποια στιγμή έρχεται μιασυγκυρία, δεν ξέρεις ποια θα είναι αυτή…το θέατρο είναι μια βραδυφλεγής υπόθεση. Οπότε, όχι δε με τσατίζει. Γιατί έχω καταφέρει μέσα από τις δυσκολίες να κάνω πράγματα δικά μου….που με εκφράζουν πολύ.
Τελειώνοντας και επιστρέφοντας στο θέατρο….το θεατρόφιλο κοινό πιστεύεις ότι ξέρει να ξεσκαρτάρει τα πράγματα; Να επιλέγει σωστά;
Το κοινό ξέρει να διακρίνει τη ψευτιά από τη τιμιότητα, στις προθέσεις. Ο μέσος θεατής δεν ξέρει, δεν τον απασχολεί να αναλύει διάφορα πράγματα και να βρίσκει να αναλύει τους κρυφούς συμβολισμούς, στο θέατρο. Τον ενδιαφέρει τί εισπράττει. Και το κοινό, ακόμα και το πιο ανυποψίαστο, μπορεί να καταλάβει αν εσύ τον κοροιδεύεις ή όχι. Γιατί το ασιθάνεται…υπάρχει συναισθηματική δίοδος. Μπορεί να αντιληφθεί αν εσύ είσαι ψεύτης, σαχλαμάρας ή όντως ξέρεις τι κάνεις, παρόλο που αυτό μπορεί να δυσκολευθεί να το εισπράξει.
Εκείνος αληθινός. Με αυτή τη λέξη άρχισα, με αυτή και θα τελειώσω, μιλώντας για το Νίκο Ορφανό. Αληθινός. Κύριος των μέσων του πάντα. Εξαιρετικός συνομιλητής. Θα μπορούσα να συνομιλώ ώρες μαζί του, αλλά η “Γιαγιά” και το παρεάκι του, για φέτος στο σανίδι, Θανάσης Τσαλταμπάσης τον περιμένουν…Αυλαία και πάμε…..