Όλες οι γυναίκες του έχουν ιδιαίτερη αδυναμία. Γιατί άραγε;! Να φταίει ο Ανδρέας από τη “Βέρα στο Δεξί”;! Ο Μάνος από “Τα Μυστικά της Εδέμ”;! Ή μία θεατρική πορεία αξιώσεων που φέτος τον οδήγησε πρωταγωνιστή, στα πολυσυζητημένα “Κόκκινα Φανάρια” ως Ντόρι. Για τη παράσταση του ΕΘΝΙΚΟΥ που έχει γίνει σημείο αναφοράς, στο τί είναι must να δεις φέτος, ο Παναγιώτης Μπουγιούρης μίλησε στο MySalonika….
συνέντευξη στο Γιώργο Παπανικολάου
“Κόκκινα Φανάρια”. Πώς προέκυψε η συνεργασία;
Ήταν μια πολύ ευχάριστη πρόταση από το Εθνικό Θέατρο, χάρηκα πάρα πολύ και αισθάνομαι τιμή-δεν είναι και λίγο να σου προτείνει το Εθνικό να είσαι στο δυναμικό του-πόσο μάλλον, όταν μια από τις καλύτερες περιόδους της καλλιτεχνικής μου ζωής έχει σημαδευτεί από το Εθνικό, στη Πειραματική Σκηνή του, τα πρώτα μου χρόνια σταδιοδρομίας. Και χαίρομαι και με το αποτέλεσμα της παράστασης.

Για το οποίο έχει γίνει μεγάλη συζήτηση…εσύ, κατά τη διάρκεια των προβών υπήρξε κάποια στιγμή που να θεώρησες ότι κάποια πράγματα στη παράσταση γίνονται αναίτια;
Όχι. Είχαμε τρεις μήνες να δουλέψουμε για τη παράσταση, με πρόβες, όλα προέκυψαν πάρα πολύ σταδιακά και αρμονικά. Δεν ήρθε τίποτα “φορεμένο”, του τύπου ΄”κάντε αυτό” ή “δοκιμάστε εκείνο”. Πηγαίναμε ένα μέτρο παραπάνω, μέρα με τη μέρα. Αισθανόμασταν κι εμείς ότι οφείλαμε να πάμε ένα μέτρο παραπάνω. Σα να ανεβαίνεις ένα βουνό και ακολουθείς το μονοπάτι που έχει μια μικρή κλίση. Μήπως πρέπει να πάμε και σε εκείνη τη πλαγιά; Μετράς το κουράγιο, τη δύναμή σου και προχωράς στη πιο ανηφορική πλαγιά, κι αν αισθάνεσαι πιο έτοιμος και σίγουρος, πας και στην πιο πάνω ανηφορική πλαγιά. Αισθανθήκαμε κι εμείς, ότι το έργο μας προσφέρει αυτές τις “πλαγιές”. Πρόκειται για ένα έργο που έχει πολλές αθέατες πλευρές και είναι στο χέρι του καλλιτέχνη να τις “διαβάσει”. Τίποτα δεν έγινε εγκεφαλικά ή με στόχο να σοκάρει ή να εντυπωσιάσει και να μην έχει σχέση με το ύφος και την ατμόσφαιρα του έργου.
Κάποιοι βιάστηκαν να βγάλουν συμπεράσματα με φωτογραφίες στο Τύπο, κ.λ.π….
Εντάξει, αυτά αφορούν το μιντιακό κόσμο…εγώ απλά, θα πω ότι το θέμα του έργου, είναι ο κόσμος της πορνείας. Με απλά λόγια και ωμά. Αυτό από μόνο του, τα λέει όλα. Όλα ξεκινάνε, είτε από της όποιας παρεξήγησης από τα μέσα ηθελλημένα ή τυχαία ή από την καλώς εννοούμενη παρεξήγηση του κόσμου, που επειδή η κινηματογραφική ταινία, έχει αγαπηθεί τόσο πολύ, δεν μπορεί να δεχθεί εύκολα άλλες αναγνώσεις ή οπτικές, πάνω σε κάτι που έχει αγαπήσει πολύ. Και νομίζω εκεί βασίζεται η όποια αντίδραση στην οπτική της παράστασης. Γιατί αυτό που φτιάξαμε στο Εθνικό είναι μια έντιμη παράσταση, συνεπής απέναντι στο κείμενο και το θέμα του έργου. Μη ξεχνάμε βέβαια, ότι έχουν περάσει εξήντα χρόνια από τη ταινία. Έχουν αλλάξει τελείως, τόσο η ηθική, όσο και η αισθητική της εικόνας, όπως ήταν τότε στο κινηματογράφο….η ταινία ήταν όσο έπρεπε για εκείνη την εποχή, που ο κόσμος άντεχε, έως ένα όριο, που χαρακτήριζε εκείνα τα χρόνια, το να δει κάποια πράγματα κατάματα.

Και ο Αλέκος Γαλανός που έγραψε το κείμενο Παναγιώτη, όταν είχε δει τη ταινία θεωρούσε ότι δεν ήταν τόσο αιχμηρή, όσο ήθελε εκείνος….
Ναι, ναι! Στο λέω εγώ, που έχω λατρέψει τη ταινία και είναι από τις λαμπρότερες στιγμές του κινηματογράφου. Ο Γαλανός όμως, σαν συγγραφέας θεωρούσε ότι ωραιοποιούσε τις καταστάσεις και ήταν κάθετα αντίθετος με το happy end της ταινίας, όπου κάθε κορίτσι βρίσκει ελπίδα και δρόμο….Στην πραγματικότητα, ας είμαστε ειλικρινείς, ισχύουν τα αντίθετα…
Οι πρόβες πρέπει να ήταν εξαιρετικά δημιουργική περίοδος…
Έτσι ακριβώς, Γιώργο….Πιστεύω ότι ευθύνομαι κι εγώ σαν ηθοποιός. Αισθάνομαι ότι έχω ωριμάσει, οπότε είμαι κι εγώ πιο γενναιόδωρος και μπορώ να εκτιμήσω πιο πολλά σε μια δουλειά, από τη καθαρά προσωπική μου σχέση με το ρόλο. Και είναι από τις ευτυχέστερες συνεργασίες-συνυπάρξεις μου στη σκηνή. Θεωρώ, ότι είμαστε μια ομάδα ηθοποιών που περάσαμε όμορφα μεταξύ μας. Ξέρεις, στους διαδρόμους, στα καμαρίνια απευθυνόμαστε ο ένας στον άλλον, με τα ονόματα των ρόλων. Είμαστε μια “οικογένεια” που ζούμε το έργο εντός και εκτός σκηνής..
Αυτό κάτι δείχνει…..
Με ρώτησαν σε μια άλλη συνέντευξη, “ποιόν άλλον ρόλο θα ήθελες να κάνεις στη παράσταση;” και πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου σε άλλον ρόλο. Είναι σαν να λες τί άλλο ρόλο θα είχες στην οικογένειά σου; Θα είσαι ο πατέρας; Ο άλλος γιος; Μα αυτό δεν γίνεται! Ενώ, βέβαια μου έχει συμβεί στο παρελθόν, να είμαι σε μια δουλειά, να είμαι καλός στο ρόλο μου. Το ίδιο να μου λέει το κοινό, να δίνει συγχαρητήρια, αλλά να αισθάνομαι ότι αν είχα τον άλλο ρόλο, θα είχα δώσει πολλά περισσότερα. Πρώτη φορά, είμαστε εδώ, τόσο ενταγμένοι όλοι, και υποστηρίζουμε το θέμα και την ατμόσφαιρα του έργου.

Μπήκες στο τρυπάκι να δεις τη ταινία, πριν ξεκινήσετε τις πρόβες;
Όχι, γιατί δεν υπήρχε λόγος να επηρεαστώ-έστω και ασυνείδητα-από κάποια πράγματα. Σαφώς, έχω εικόνες τυπωμένες μέσα μου, από τη ταινία. Δε ξεχνιέται, αυτή η ταινία, με τίποτα! Και αυτό υπάρχει στο κύτταρό μας….μιλάμε για έναν κινηματογράφο που ανέδειξε Τζένη Καρέζη, Γιώργο Φούντα, Δέσπω Διαμαντίδου και μέσα από αυτή τη ταινία πήγε στο Hollywood η Δέσπω Διαμαντίδου, μαζί με το Τίτο Βανδή. Κι ας μην το ξέρει ο πολύς ο κόσμος…Εμείς πήραμε το θεατρικό, με την αγάπη προς τη ταινία για να κάνουμε μια καινούργια παράσταση.
Το κοινό πως εισπράττει αυτή τη παράσταση; Υπάρχει και ένα συγκεκριμένο κοινό του Εθνικού….
Πιστεύω ότι αυτή η παράσταση στο Εθνικό Θέατρο, θα είναι σημείο αναφοράς. Και θα έλεγα και το εξής:ο Κωνσταντίνος Ρήγος ξεπέρασε τον εαυτό του, με μια αξιοσημείωτη θεατρική ωριμότητα.
Έχεις συνεργαστεί με το Γιώργο Μιχαηλίδη, με το Γιώργο Μιχαλακόπουλο στο “Ντα”, το καλοκαίρι ήσουν στον “Επιθεωρητή” του Γκόγκολ. Θα σε ενδιέφερε και μελλοντικά να συνεχίσεις σε αυτό το είδος θεάτρου και στο Εθνικό, ενδεχομένως;
Οι σπουδές μου είναι κλασσικές πάνω στο θέατρο. Αγαπώ την υποκριτική σε κάθε της μορφή, γι αυτό ποτέ μου, δεν αισθανόμουν προκατάληψη, για οποιοδήποτε μέσο, σινεμά, τηλεόραση, θέατρο. Και όταν μιλάω για σινεμά, μιλάω για τα πάντα. Από animation καρτούν, μέχρι σύγχρονο κινηματογράφο. Οτιδήποτε γίνεται με ψυχή και αυθεντικότητα είναι άξιο λόγου. Κι αυτό αποζητώ σε κάθε συνεργασία. Θα είναι μεγάλη μου τιμή, να συνέχιζα στο Εθνικό. Θα δημιουργήσω έναν δεύτερο σπουδαίο κύκλο στη καριέρα μου. Ξέρεις, τη καριέρα μου τη βλέπω σαν τους ολυμπιακούς κύκλους….Μακάρι να είναι η απαρχή ενός κύκλου, αν μου κάνει το Εθνικό τη τιμή να με κρατήσει στο δυναμικό του, για τα επόμενα χρόνια. Είναι κάτι που θα το ήθελα πάρα πολύ.

Ποιό στοιχείο του Ντόρι, του χαρακτήρα που υποδύεσαι σε ιντριγκάρει πιο πολύ;
Αυτό που απολαμβάνω στο ρόλο μου και έχω επενδύσει κυρίως, είναι η ευθύτητά του. Είναι βίαιος, ωμός, εκμεταλλευτής-έχει όλα τα κακά του κόσμου! Είναι αδίστακτος. Δεν έχει ενοχές. Δεν έχει αμφιβολία για το τί είναι και το τί κάνει…αυτό με γοητεύει σαν ηθοποιό. Να μπορώ να υποδυθώ αυτό το ρόλο. Ξέρεις γιατί με γοητεύει; Όλοι στη ζωή μας, σαν άνθρωποι έχουμε τις αμφιβολίες μας, τις σκέψεις μας, τις ενοχές μας, θέτουμε τα όρια μας, έχουμε μια ευγένεια, ακολουθούμε τις νόρμες της κοινωνίας. Οπότε, να παίζεις ένα ρόλο που δεν έχει καμία αναστολή και καμία αμφιβολία για τα πράγματα είναι πολύ λυτρωτικό για τον ηθοποιό. Ρόλος που δεν τον πατάει κανένα “πρέπει”.
Και τηλεόραση, Παναγιώτη, “Με τα παντελόνια κάτω”…
Ναι, είναι σημαδιακό. Τα κατεβάζουμε τα παντελόνια στο REX και μετά με τα παντελόνια κατεβασμένα στα στούντιο (γέλια)….Έχουμε σκηνοθέτη το Βασίλη Θωμόπουλο, που είναι και φίλος μου, και επέμεινε να παίξω εγώ στο σήριαλ αυτό το ρόλο και τον ευχαριστώ, γιατί ήταν το διάστημα που ήμουν στις πρόβες του θεατρικού και με περίμενε με τους χρόνους που έπρεπε να γίνουν όλα.

Ωραία δουλειά….
Ξέρεις, Γιώργο, είχα γύρισμα σήμερα με το Μάριο Αθανασίου και κάποια στιγμή είπα μέσα μου, πόσο αγαπώ αυτή τη δουλειά, μου αρέσει ο φακός-μου δίνει τη δυνατότητα να εκφραστώ με τσαχπινιά-να βρω άλλες πινελιές στα εκφραστικά σου μέσα. Είμαι περήφανος καλλιτεχνικά. Κάνω πράγματα που με κάνουν να νιώθω σίγουρος για τη καλλιτεχνική μου ταυτότητα.
Και τί ακριβώς γίνεται σε αυτή τη τηλεοπτική σειρά;
Κωμωδία που πηγάζει μέσα από δραματικές καταστάσεις. Άνθρωποι που έχουν μαζευτεί σε ένα κάμπινγκ, λόγω οικονομικής κρίσης, αλλά βγάζουν την κωμική πλευρά των καταστάσεων. Είναι αυτό που λέμε “για γέλια και για κλάμματα”.
Ο δικός σου ρόλος;
Είμαι χωρισμένος με δυο παιδιά. Διαζευγμένος από την Ιζαμπέλλα Κογιεβίνα, που έχει τις δίδυμες κόρες μας, εγώ διεκδικώ τα παιδιά, θεωρώντας ότι είμαι καταλληλότερος για την ανατροφή τους. Όλο αυτό όμως, μέσα από ένα κωμικό κλίμα.

Τελειώνοντας, κάποιο περιστατικό με θεατή, μετά που παρακολούθησε τα “Κόκκινα Φανάρια” και σου έκανε εντύπωση;
Μια αγνωστή μου κυρία, ήρθε στα καμαρίνια, φανερά συγκλονισμένη-στην αρχή νόμιζα ότι είναι λίγο άρρωστη, ότι δεν είναι καλά-αμίλητη με τα μάτια ορθάνοιχτα, μπαίνει στο καμαρίνι, μου πιάνει το χέρι, μου το σφίγγει και με κοιτάει δίχως να μου μιλάει. Την κοιτάω κι εγώ με ένα ελαφρώς ανόητο χαμόγελο, να καταλάβω τώρα, τί συμβαίνει. Θα μου πει κάτι καλό; Μετά από λίγο, κοιτώντας με βαθιά στα μάτια και κρατώντας μου, σφιχτά το χέρι, αρχίζει να μου μιλάει και να αναφέρεται σε όλη τη παράσταση, συγκινημένη. Λέγοντας μου, ότι “είναι ότι καλύτερο έχω δει στο θέατρο τα τελευταία χρόνια”….Τώρα, δεν ξέρω τί άγγιξε την ίδια, αλλά ήταν κάπου κάτι, που δεν θα το μάθουμε ποτέ…
Ο Παναγιώτης σταδιακά ανεβαίνει σκαλοπάτια συνεργασιών. Μετρά τις δυνάμεις του και δοκιμάζει την επόμενη “πλαγιά” στο βουνό της υποκριτικής. Κερδίζει το στοίχημα και πάει στο επόμενο. Ολοκληρώνει κύκλους και βιώνει νέους με την ίδια θέρμη και αγάπη στο θέατρο. Και πάντα επιτυχημένα. Το ένστικτο μου λέει, πως το μέλλον θα είναι και λαμπερότερο για εκείνον. Φωτεινότερο και με ακόμα πιο πολλά χειροκροτήματα. Κι απαρχή αυτού, τα φετινά “Κόκκινα Φανάρια”. Πρέπει να τα δεις…